Το ιστορικό ορεινό χωριό της Καρύταινας απέχει 54 χλμ. από την Τρίπολη, 20 χλμ. από τη Μεγαλόπολη και 17 από τη Στεμνίτσα και βρίσκεται σε υψόμετρο 550 μέτρων.
Ξεχωρίζει για τον μεσαιωνικό της χαρακτήρα που οφείλεται κυρίως στα παραδοσιακά σπίτια, το κάστρο και τις βυζαντινού ρυθμού εκκλησίες. Έχει αναγνωριστεί μάλιστα ως παραδοσιακός οικισμός.
Στα χρόνια της Φραγκοκρατίας, ήταν πρωτεύουσα της ομώνυμης βαρονίας και κτίσθηκε το κάστρο της (1245) από τον Hugues de Bruyeres. Τότε ονομάσθηκε το «Τολέδο της Ελλάδας» και θεωρήθηκε σαν ένα από τα σημαντικότερα σημεία της Πελοποννήσου χάρη στην στρατηγική θέση του.
Τα σπίτια της Καρύταινας είναι όλα χτισμένα με παραδοσιακό στυλ, παλιά αρχοντικά, πάνω και κάτω μαχαλάς, πέτρινες κρήνες, μαγαζιά με κατώγια, ρούγες, βυζαντινές εκκλησίες και ξωκλήσια με έντονα τα στοιχεία της φράγκικης επίδρασης.
Η Καρύταινα έχει ιστορική, πολιτιστική και οικονομική αξία και για αυτό τον λόγο απεικονιζόταν στη μία πλευρά του πεντοχίλιαρου, και πιο συγκεκριμένα ένα από τα κορυφαία αξιοθέατα του παραδοσιακού οικισμού που δεν είναι άλλο από το ιστορικό πέτρινο γεφύρι μήκους 50 μ. με τη μικρή βυζαντινή εκκλησία, στη δυτική του πλευρά, αφιερωμένη στο Γενέσιο της Θεοτόκου και στο βάθος φαίνεται το κάστρο του μοριά. Το κάστρο της Καρύταινας είχε διαλέξει σαν ορμητήριό του ο Γέρος του Μοριά Θεόδωρος Κολοκοτρώνης στον αγώνα του κατά του Ιμπραήμ. Η Καρύταινα είναι ανακηρυγμένος παραδοσιακός οικισμός, καθώς διατηρεί το χρώμα της μεσαιωνικής καστροπολιτείας. Κύριο αξιοθέατο είναι το κάστρο της, χτισμένο στην κορυφή του λόφου πάνω από τον οικισμό. Έχει μήκος που ξεπερνά τα 110 μέτρα και πλάτος που ξεπερνά τα 40. Τα τείχη του φτάνουν σε ύψος μέχρι τα 7 μέτρα και σε πλάτος μέχρι τα 2.
Η Καρύταινα γνώρισε περίοδο ακμής κατά την Φραγκοκρατία και το Φράγκικο κάστρο της, στη νότια πλευρά του οικισμού, υπήρξε ένα από τα πιο σημαντικά φρούρια της Πελοποννήσου, κατά τις περιόδους της Φραγκοκρατίας, της Τουρκοκρατίας και της επανάστασης του 1821.
Στην Τουρκοκρατία, η Καρύταινα ήταν εμπορικό κέντρο με κυριότερα προϊόντα τον καπνό, τα μεταξωτά και το κρασί ενώ παράλληλα αποτέλεσε και σημαντικό διοικητικό κέντρο έως το 1830 που την θέση της πήρε η Δημητσάνα, γεγονός που συνετέλεσε στην παρακμή της.
Την 25 Μαρτίου 1821, επαναστάτες από το Ζυγοβίστι υπό τον Θεοδόσιο Καρδαρά και από τη Στεμνίτσα και τη Δημητσάνα υπό τον Κωνσταντίνο Αλεξανδρόπουλο, πήγαν για να συλλάβουν τους εκεί Τούρκους αλλά αυτοί πρόλαβαν και κλείστηκαν στο οχυρό της πόλης όπου πολιορκήθηκαν.
Η απελευθέρωσή της σηματοδοτεί και την πρώτη μεγάλη νίκη των Ελλήνων υπό τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, που νίκησε τους Τούρκους στην περίφημη Μάχη της Καρύταινας στις 27 Μαρτίου 1821. Αυτός είναι και ο λόγος άλλωστε, που το κάστρο της απεικονίζεται μαζί με το πορτρέτο του Κολοκοτρώνη στα παλιά χαρτονομίσματα των πέντε χιλιάδων δραχμών.
Κοντά στην Καρύταινα ρέει ο ποταμός Αλφειός, ο οποίος σχηματίζει στα δυτικά της Καρύταινας μεγάλο φαράγγι, συμβάλλοντας στη φυσική οχύρωση της περιοχής. Πάνω στον Αλφειό, κοντά στην Καρύταινα, διασώζονται δύο παραδοσιακά γεφύρια, το γεφύρι του Κούκου και το γεφύρι της Καρύταινας.
Ο μεγάλος Έλληνας συγγραφέας Νίκος Καζαντζάκης, στο «Ταξιδεύοντας στο Μοριά», είχε χαρακτηρίσει την Καρύταινα το «Τολέδο της Ελλάδας»:
«H Καρύταινα είναι αληθινά το Τολέδο της Ελλάδας… τα κάστρο έρημο, σταχτόμαυρο σα γεράκι, σηκώνεται στην κορφή και βιγλίζει. …..τα σύννεφα είχαν πληθύνει και περνούσαν γρήγορα, ρίχνοντας τεράστιους ίσκιους απάνω στα βουνά και κάτω στον κάμπο. Κι όταν αντικρίσαμε πάνω από το λόφο το ξακουστό κάστρο της Καρύταινας, νιώσαμε πως σήμερα, σε τέτοιο ανήσυχο φωτισμό και με τέτοιες σύγχρονες έγνοιες, το κάστρο τούτο το άγριο, το πολεμικό, το απότομο, διατυπώνει πιστότερα από κάθε ελληνικό ναό το τοπίο γύρα μας και μέσα μας».