Δε θέλεις να είσαι ραγιάς; Μάθε να λες “όχι” κει που πρέπει, κι ας το πλερώσεις. Να βαστάς το σέβας σου, την αξιοπρέπεια. Να βαστάς το φωτεινό σου εγώ, τη γλυκιά κι όχι φαρμακερή του ουσία. Δεν είμαι ραγιάς θα πει και ξανοίγω τον νου μου, τον παιδεύω με χίλια ρωτήματα, αλλά και με τα γράμματα και με τις επιστήμες. Γιατί ο κόσμος του ανθρώπου είναι σαν το καρύδι, κλείνεται μέσα στο τσόφλι. Όποιος το καταφέρει, θα δει να πλαταίνει ο κόσμος κι αυτά που θαρρούσε ότι γνωρίζει.
Ο Αγγελής, κατόπιν προτροπής του πατέρα του, ταξιδεύει στη Πάτρα για να μάθει κάποια τέχνη και να εργαστεί στο μαγαζί του συζύγου της αδερφής του. Φτάνοντας στο σπίτι της αδερφής του, αντικρύζει ένα σκηνικό που του προκαλεί θυμό, θέλοντας να υπερασπιστεί την αδερφή του, αποπειράται να πάρει τη χατζάρα ενός περαστικού. Όμως για κακή του τύχη πέφτει πάνω στον Σαχίν Αγά, με τη φρουρά του τον τιμωρεί. Την επομένη, ο Αγγελής βρίσκεται φυλακισμένος στο κοτέτσι του Σαχίν Αγά, με τον Σαχίν Αγά να τον υποβάλει σε βασανιστήρια για να αλλαξοπιστήσει. Ο Αγγελής δεν υποκύπτει, καταφέρνει να δραπετεύσει και χάρη στη βοήθεια του γέροντα Θεοφάνη κατευθύνεται προς τη Καρύταινα.
Φτάνοντας στη Καρύταινα, ο Αγγελής μπαίνει στη δούλεψη ενός στριφνού και τσιγκούνη πραματευτή που πουλά κωλοφωτιά για καντήλι. Μαζί του ταξιδεύει στα χωριά της Αρκαδίας, της Λακωνίας, της Αργολίδας και της Μεσσηνίας. Στο πλευρό του μαθαίνει το εμπόριο και τη τέχνη της διαπραγμάτευσης. Στα ταξίδια τους, βιώνει τις κακουχίες και τον εξευτελισμό του τούρκικου ζυγού. Λίγο πριν τη κήρυξη της Επανάστασης, επισκέπτονται τη Τριπολιτσά, συναντά τη Σιμχά και πλανεύεται από την ομορφιά της, αλλά οι θρησκευτικές και πολιτισμικές τους διαφορές υψώνουν ένα τοίχος ανάμεσά τους. Μολοταύτα της υπόσχεται πως κάποια μέρα θα συναντηθούν τα μονοπάτια τους. Γνωρίζει τον Μελισσηνό και τον Θεωνά, οι οποίοι με τις διδαχές τους τον βοηθούν να διευρύνει τον νου του αλλά και τον Συμεών που επί τριάντα έξι χρόνια είναι σιωπηλός από επιλογή.
Η Επανάσταση κηρύσσεται και ο Αγγελής αποφασίζει να ταχθεί στο πλευρό των μεγάλων οπλαρχηγών και δίνει τον εαυτό του στον Αγώνα. Ελευθερώνουν τη Τριπολιτσά, τη Καλαμάτα και το Ναύπλιο. Όμως μαζί με τις νίκες, έρχονται οι ήττες, η διχόνοια και ο εμφύλιος. Παρόλα αυτά ο Αγγελής δεν παύει να μάχεται να μάχεται για την ελευθερία και μένει πιστός στον σκοπό και μέσα σε όλα αυτά βιώνει το μεγαλείο και συνάμα την αγριότητα της Επανάστασης και λυτρώνεται όταν βροντιφωνάζει: «Θέλω να μην είμαι ραγιάς σε κανέναν. Να μην είμαι ραγιάς μήτε σε ξένο, μήτε σε δικό, μήτε του κορμιού, μήτε σε όσα δεν συνταιριάζονται με τον λεύτερο άνθρωπο. Ραγιάς σε τίποτα!».
Ο Γιάννης Καλπούζος επιλέγει αυτή τη φορά να μας μεταφέρει στη Ελλάδα του 1821, στην Ελλάδα που ετοιμάζεται να επαναστατήσει και να διεκδικήσει την ελευθερία της. Μας προσκαλεί να ακολουθήσουμε τα βήματα του Αγγελή και να παρακολουθήσουμε τα γεγονότα από την δική του πλευρά. Η γλώσσα του είναι τραχιά και το κείμενο διανθίζεται με αρκετές λαϊκές παροιμίες που κάνουν πιο ενδιαφέροντες τους διαλόγους και τις αφηγήσεις των ηρώων. Οι χαρακτήρες του είναι γνήσιοι και γεμάτοι θάρρος, χαρακτήρες που είναι πρόθυμοι να πάρουν τη ζωή τους στα χέρια τους και που δεν εγκαταλείπουν στα εμπόδια που εμφανίζονται μπροστά τους. Αν μη τι άλλο, ο «Ραγιάς» είναι ένα καθηλωτικό μυθιστόρημα που υπόσχεται να συγκινήσει κάθε αναγνώστη, με το Γιάννη Καλπούζο να μεταφέρει με μαεστρία τα γεγονότα μέσα από τα μάτια του βασανισμένου λαού.
Το μυθιστόρημα «Ραγιάς. Μέρες και Νύχτες 1821» του Γιάννη Καλπούζου κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Ψυχογιός.