Την ώρα που η κυβέρνηση διακηρύσσει σε όλους τους τόνους την αποφασιστικότητά της να τελειώσει στα γρήγορα την τρίτη «αξιολόγηση», με ό,τι συνεπάγεται αυτό για την κλιμάκωση της επίθεσης στο λαό, στο χτεσινό προσχέδιο του προϋπολογισμού ανακοίνωσε την «εφάπαξ δαπάνη με τη μορφή κοινωνικού μερίσματος» για «τη στοχευμένη στήριξη οικονομικά ευάλωτων νοικοκυριών».
Το έργο είναι χιλιοπαιγμένο. Από το «κοινωνικό μέρισμα» της κυβέρνησης ΝΔ – ΠΑΣΟΚ το 2014 έως την κοροϊδία της …«13ης σύνταξης» πέρυσι και το «κοινωνικό μέρισμα» για το οποίο μιλάει σήμερα η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, ο στόχος των κυβερνήσεων και των κομμάτων του κεφαλαίου παραμένει ίδιος: Να σκεπάσουν με ψευτοπαροχές στους πιο εξαθλιωμένους την αγριότητα της ταξικής, αντιλαϊκής τους πολιτικής και ταυτόχρονα να χαμηλώσουν κι άλλο τις απαιτήσεις του λαού, τον οποίο τσακίζουν για να ανακάμψει το κεφάλαιο. Δηλαδή, «να σε κάψω Γιάννη, να σ’ αλείψω λάδι»…
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ έχει πάει ένα βήμα πιο πέρα την εξαπάτηση του λαού. Ψηφίζει δυο δυο τα μνημόνια, επεκτείνοντας το αντεργατικό πλαίσιο και την ίδια ώρα υπόσχεται να μοιράσει μέρος της «υπεραπόδοσης» του ματωμένου πλεονάσματος στους πιο φτωχούς.
Αυτό που δεν λέει, βέβαια, είναι ότι η «υπεραπόδοση» αποτελεί παράγωγο της φοροληστείας, των περικοπών και των άλλων μέτρων σε βάρος του λαού, ενώ και αυτή στο μεγαλύτερο μέρος της θα αξιοποιηθεί για νέα προνόμια και επιδοτήσεις στο κεφάλαιο. Μόνο ένα μικρό ποσοστό θα διανεμηθεί σε ψευτοπαροχές, κι αυτό στοχευμένα, σε συνεννόηση με τους «θεσμούς».
Με τον τρόπο αυτό η κυβέρνηση καμώνεται ότι «στο στενό δημοσιονομικό πλαίσιο δίνει μάχες» για την ανακούφιση των λαϊκών στρωμάτων και την ίδια ώρα κερδίζει επάξια τα συγχαρητήρια κεφαλαίου και «θεσμών» για την ικανότητά της να εξαπατά και να ενσωματώνει τη λαϊκή δυσαρέσκεια.
Με τη γνωστή τακτική «δέκα σου παίρνω, ένα σου δίνω», με το απατηλό αφήγημα της «δίκαιης ανάπτυξης», με τρικ όπως η περσινή «13η σύνταξη», την ώρα που με τον νόμο Κατρούγκαλου κόβονταν όλες οι υπόλοιπες, καλλιεργεί αυταπάτες στα λαϊκά στρώματα ότι αν στηρίξουν με τις θυσίες τους την ανάκαμψη της κερδοφορίας των καπιταλιστών, όλο και κάτι θα περισσέψει και για εκείνους.
Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι οι κυβερνητικοί κύκλοι συνδέουν την όποια τέτοια εξαγγελία και το ύψος της με τον «απολογισμό» της αντιλαϊκής επίθεσης και των ρυθμών ανάκαμψης του κεφαλαίου. Λένε, δηλαδή, στο λαό ότι πρέπει να αγωνιά για το αν θα πιαστούν τα ματωμένα πλεονάσματα και οι υπόλοιποι αντιλαϊκοί στόχοι, προκειμένου στο τέλος της χρονιάς να «κληρώσει» ένα πενιχρό βοήθημα για όσους ζουν σε συνθήκες ακραίας φτώχειας.
Κι αυτό όταν η κυβέρνηση ετοιμάζεται με τον προϋπολογισμό του 2018 και την 3η «αξιολόγηση» να πετσοκόψει τα εναπομείναντα κοινωνικά και προνοιακά επιδόματα, ενώ ταυτόχρονα έχουν δρομολογηθεί η οριστική κατάργηση του ΕΚΑΣ και η περικοπή της «προσωπικής διαφοράς», που θα μειώσουν παραπέρα το εισόδημα και των σημερινών συνταξιούχων.
Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι ένα σημαντικό μέρος της «υπεραπόδοσης» οφείλεται στις πετσοκομμένες συντάξεις και στην αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών, με τα οποία η κυβέρνηση κοκορεύεται σήμερα ότι «εξισορρόπησε» τον ΕΦΚΑ. Σε κάθε περίπτωση, η «κοινωνική πολιτική» που ευαγγελίζεται η κυβέρνηση δεν είναι τίποτα περισσότερο από το εφάπαξ μοίρασμα της φτώχειας από τους φτωχούς στους φτωχότερους και από τους φτωχότερους στους εξαθλιωμένους, που αφήνει πίσω η αντιλαϊκή της πολιτική.
Οι εργαζόμενοι, τα λαϊκά στρώματα δεν πρέπει να συμβιβαστούν με τη φτώχεια και τη μίζερη ζωή, την ώρα που παράγουν αμύθητο πλούτο τον οποίο καρπώνονται μια χούφτα καπιταλιστές. Να δυναμώσουν την οργάνωση και τη συμμαχία τους, με στόχο να μην πληρώσουν την ανάκαμψη όπως πλήρωσαν την κρίση, να παλέψουν με κριτήριο τις σύγχρονες εργατικές – λαϊκές ανάγκες τους, σε σύγκρουση με το κεφάλαιο και την εξουσία του.