Μάστιγα αποτελούν οι συνεχείς κλοπές σιδηροδρομικού υλικού και οι δολιοφθορές, προκαλώντας ζημίες εκατομμυρίων και θέτοντας σε κίνδυνο τις ζωές των επιβατών των τραίνων και των διερχομένων από τις διαβάσεις.
Ο Κωνσταντίνος Μάγνης, διευθυντής σύνταξης της εφημερίδας «ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ», έχει καταγράψει δεκάδες περιστατικά στην περιοχή και γνωρίζει τι συμβαίνει.
Με δεδομένο ότι η λειτουργία του προαστιακού σιδηροδρόμου της Πελοποννήσου επεκτάθηκε έως το Αίγιο τον Ιούνιο του 2020, αλλά από μόνη της δεν ήταν ικανή να αποτρέψει τους επιτήδειους από την καταλήστευση του τροχαίου και ότι άλλου υλικού των σιδηροδρόμων, σύμφωνα με τον κ. Μάγνη.
Πρόκειται για συμμορίες κυρίως περιθωριακών ατόμων, που προσπορίζονται από το πλιάτσικο στο δίκτυο, στα εργοτάξια και σε εγκαταλελειμμένες ή πλημμελώς φρουρούμενες υποδομές.
Το 2011 αναβλήθηκε η επέκταση του σιδηροδρόμου, ακριβώς γιατί είχε καταληστευτεί το δίκτυ, ενώ προ ημερών σημειώθηκε ένα περίεργο κρούσμα, σημειώνει ο κ. Μάγνης. Παρά το ότι δεν λειτουργούσε ο προαστιακός λόγω της απεργίας και της διοικητικής απόφασης, σε δυο σημεία της Πάτρας άγνωστοι ξήλωσαν ένα ηλεκτρονικό σύστημα και προκάλεσαν φθορά σε πίνακα και έτσι κατέβαιναν οι μπάρες αναιτίως. Δεν έχει ακόμη διακριβωθεί εάν επρόκειτο για απλή κλοπή υλικού ή σύμφωνα με φήμη, όπως λέει ο κ. Μάγνης ότι ήταν μποϊκοτάζ στην λειτουργία του προαστιακού ή εσκεμμένη δολιοφθορά από εξωσυστημικούς.
Πέραν του οικονομικού κόστους αυτά προκαλούν μια απαξία για τον σιδηρόδρομο και επικρατεί η άποψη ότι δεν υπάρχει φύλαξ των υποδομών, με αποτέλεσμα να αυξάνονται οι σπείρες και να αποθρασύνονται, τα χυτήρια όπου καταλήγουν αυτά τα υλικά λειτουργούν συνεχώς ανεξέλεγκτα υπό το φως της ημέρας.
Τα καλώδια σηματοδότησης και ηλεκτροκίνησης του σιδηροδρόμου, βρίσκονται στο στόχαστρο κυκλωμάτων που εμπορεύονται παράνομα τον χαλκό και αποκομίζουν τεράστια κέρδη.
Τα φαινόμενα κλοπής χαλκού είναι κοινά σε πολλές χώρες, αλλά η αντιμετώπιση διαφορετική. Στην Βρετανία υιοθετήθηκε ο νόμος Scrap Metal Dealers το 2013, απαγορεύοντας τις συναλλαγές σε μετρητά και δίνοντας στην τοπική αστυνομία την εξουσία να επιθεωρεί τις εγκαταστάσεις των εμπόρων, με αποτέλεσμα η κλοπή μετάλλων να μειωθεί από 293 το 2013-14 σε 85 το 2016- 2017. Στο οπλοστάσιο των εταιρειών βρίσκεται ο Smart Tower, ένα ασύρματο σύστημα καμερών ασφαλείας με αισθητήρα κίνησης που χρησιμοποιείται σε τμήματα αυτοκινητοδρόμων και τοποθετείται για τον έλεγχο σε απομακρυσμένες τοποθεσίες.
Αυστηρές ποινές προβλέπει ο γερμανικός κώδικας για τους συλληφθέντες, ενώ το πιο σημαντικό περιστατικό κατεγράφη το 2007 όταν τρεις άνδρες γεννημένοι στην πρώην Σοβιετική Ένωση, είχαν αφαιρέσει 476 τόνους σιδηροδρομικού υλικού, και οι οποίοι συνελλήφθησαν έπειτα από καταγγελία πολίτη.[1]
Καμία ποινή από τις εφαρμοζόμενες δεν είναι συμβατή με την αντίστοιχη ζημία που προκαλούν εις βάρος του δημοσίου, οι κλέφτες υλικών. Δεν είναι μόνο θέμα κονδυλίων που σπαταλούνται, δηλαδή χρήματα του ελληνικού λαού, για την αντικατάστασή τους, ούτε του χρόνου που δαπανάται σε εργατοώρες του προσωπικού και σε καθυστερήσεις δρομολογίων. Είναι ότι δρώντας ως εγκληματικές ομάδες θέτουν σε κίνδυνο εκατοντάδες ζωές καθημερινά.
Ο κρατικός μηχανισμός όταν χρειάζεται δείχνει εκπληκτικά αντανακλαστικά στον εντοπισμό και την σύλληψη βιαιοπραγούντων, αλλά δεν επιδεικνύει την ίδια εγρήγορση εναντίον ομάδων που λυμαίνονται την δημόσια και ιδιωτική περιουσία. Είτε αυτές οι ομάδες αποτελούν ιδιαίτερες κοινότητες, είτε εντάσσονται σε εκείνη την μειονότητα των επίορκων υπαλλήλων αισθάνονται ότι έχουν ασυλία και δρούν ασύστολα.
Ο πολιτικός και καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης Robert de Mohl, εμπνευστής του όρου “κράτος δικαίου”, από τον 19ο αιώνα κατέγραψε τις ατέλειες του νόμου και το πως το κράτος οφείλει να προστατεύει τους πολίτες. Η συνεχής επίκληση και τελικά κατάχρηση του όρου “νομικός πολιτισμός” επιτρέπει την ατιμωρησία, με ένα σύστημα ποινών που καθίσταται προκλητικό για τους πολίτες. Ποιος ο λόγος να κινητοποιηθούν οι αρχές για την σύλληψη κάποιου παραβάτη εφ’ όσον την επομένη ημέρα θα βρίσκεται πάλι έξω, και πως αυτό νοείται έστω και ως σωφρονισμός. Οι νομοθετούντες έχουν την ευθύνη.
Κάποιες μειονοψηφίες κρατούν ομήρους τις πλειονοψηφίες.
Σε κάποιες χώρες οι δολιοφθορείς λέγονταν “εχθροί του λαού”, ενώ με όρους κοινωνικούς «Η τυραννία της μειοψηφίας στην πλειοψηφία», όπως θα την αποκαλούσε ο Κάουτσκι, τείνει να καταστεί σχεδόν αποδεκτή καθημερινότητα.