Εκδόθηκε το φυλακιστήριο για τον αστυνομικό της Βουλής, που κατηγορείται για τον βιασμό της γυναίκας του και των παιδιών του.
Ο αστυνομικός αναμένεται να μεταφερθεί ακόμα και σήμερα στις φυλακές της Τρίπολης από το Δρομοκαΐτειο όπου και βρισκόταν.
Η μεταγωγή του θα γίνει με άκρα μυστικότητα σήμερα (6.12.2024), εφόσον έχουν τακτοποιηθεί όλα τα διαδικαστικά ή αλλιώς αύριο.
Υπενθυμίζεται πως στο κάδρο των Αρχών βρίσκεται και η σύζυγος του αστυνομικού, με τους αξιωματικούς της ΕΛΑΣ να πραγματοποιούν περαιτέρω έρευνες.
Οι αστυνομικοί έκαναν φύλο και φτερό και αυτή τη φορά πήραν μαζί τους ακόμα και όλες τις παλιές συσκευές που εντόπισαν, παλιά κινητά τηλεφώνα, ακόμα και μισοσοσπασμένα, ενώ η ανακρίτρια ζήτησε και έχουν κατασχεθεί και δύο κινητά που χρησιμοποιεί η μητέρα.
Στις καταθέσεις που έχει στη διάθεσή της η ανακρίτρια υπάρχει η περιγραφή ότι οι βιντεοσκοπήσεις των αποτρόπαιων πράξεων γίνονταν με μία παλιά συσκευή ενός κινητού τηλεφώνου και αυτό ψάχνουν να εντοπίσουν οι αρχές.
Η 35χρονη σύζυγος του αστυνομικού της Βουλής ισχυρίζεται ότι η ίδια δεν είχε περιθώρια επιλογής γιατί την εκφόβιζε ο σύζυγός της. «Τα κορίτσια με παρακαλούσαν να φύγουμε, είχα φάει τόσο ξύλο που πήγα στη δουλειά σε άσχημα κατάσταση», περιέγραψε η ίδια.
«Αναγκαζόμουν να τον υπακούσω και να το κάνω»
Η γυναίκα, στην κατάθεσή της, τμήματα της οποίας δημοσίευσε το Mega, αναφέρει μεταξύ άλλων: «Ο 45χρονος με ανάγκαζε με τη χρήση σωματικής βίας και με απειλές να ασελγήσω αρχικά εις βάρος του γιου μας όταν ήταν 6 ετών».
«Εγώ από τον φόβο και με το ξύλο που μου έδινε αναγκαζόμουν να τον υπακούσω και να το κάνω. Στις αρχές οι πράξεις αφορούσαν μόνο τον γιο μας. Μου ζητούσε, δηλαδή, να κάνω κάποια πράγματα σε αυτόν. Όταν μου το είπε πρώτη φορά, εγώ έμεινα να τον κοιτάζω αποσβολωμένη».
Όπως ισχυρίστηκε η γυναίκα του αστυνομικού, δεν είχε περιθώρια επιλογής. «Με είχε εκφοβίσει και με απειλούσε κάθε φορά ότι αν δεν το κάνω, θα κάνει όλα αυτά τα βασανιστήρια εις βάρος μου. Αναγκαζόμουν να υποκύπτω».
Αυτό «ήταν το μαρτύριό μου. Στην αρχή γινόταν μία φορά στους τρεις μήνες ή στους πέντε μήνες. Επειδή μετά με έβλεπε να κλαίω, γιατί σιχαινόμουν τον εαυτό μου, μου έλεγε “αφού δεν σου αρέσει, δεν θα ξαναγίνει”. Αλλά με ανάγκαζε να το ξανακάνω».