Η Άλωση της Τριπολιτσάς έγινε στις 23 Σεπτεμβρίου 1821 ημέρα Παρασκευή, και αποτέλεσε σημαντικό γεγονός της Ελληνικής Επανάστασης, καθώς αναδείχτηκε η υπεροχή και το στρατηγικό σχέδιο του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη.
Το γεγονός της Άλωσης της Τριπολιτσάς έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην ανασύσταση του νέου Ελληνικού κράτους, και αυτό γιατί η Τριπολιτσά, αποτελούσε το σημαντικότερο διοικητικό και στρατιωτικό κέντρο του Μοριά. Με την Απελευθέρωσή της πόλης από τον Τουρκικό Ζυγό, θα ήταν ευκολότερο να γίνει η Απελευθέρωση και των άλλων πόλεων της Πελοποννήσου.
Η Τριπολιτσά πριν την Επανάσταση
Η Τριπολιτσά βρισκόταν στο κέντρο της Πελοποννήσου και αποτελούσε εμπορικό σταθμό για τον ανεφοδιασμό των στρατιωτών του κάστρου και εξελίχθηκε σε σημαντική θέση στην είσοδο των Γορτυνιακών Ορεινών Όγκων. Αξίζει να σημειώσουμε ότι δεν υπήρξε αρχαία πόλη με την ονομασία ‘’Τρίπολις’’.
Το λεγόμενο Κάστρο της Τριπολιτσάς ήταν ένα μικρό οχυρό, που έβλεπε τη Νοτιοδυτική πλατιά περιοχή του Τριπολιτσιώτκου οροπεδίου και έλεγχε τις διαβάσεις του Μαινάλου, προς την ορεινή Γορτυνιακή ενδοχώρα που διέθετε και αυτή κάστρα, προειδοποιώντας έγκαιρα τους πληθυσμούς από μαζικές εχθρικές εισβολές ή μεμονωμένες παρενοχλήσεις.
Αυτοί που κατοικούσαν στην Τριπολιτσά, ήταν Χριστιανοί, Μουσουλμάνοι αλλά και Εβραίοι, ενώ τον 14ο αιώνα έκαναν την εμφάνισή τους Αλβανοί οι οποίοι εγκαταστάθηκαν μόνιμα στα Αρκαδικά εδάφη.
Ο πληθυσμός της πόλης την εποχή εκείνη, δεν μπορεί να καθοριστεί με ακρίβεια καθώς δεν υπάρχουν ασφαλείς πληροφορίες. Σύμφωνα πάντως με τις πηγές, οι άνθρωποι που κατοικούσαν στην Τριπολιτσά υπολογίζονται σε 20.000 (13.000 Χριστιανοί, 7000 Μουσουλμάνοι και 400 Εβραίοι).
Σημαντικό σταθμό στην Ιστορία της προ επαναστατημένης Τριπολιτσάς, αποτέλεσε η δημιουργία τείχους, προκειμένου να αποφεύγει τις εχθρικές επιθέσεις. Το επιβλητικό τείχος, που αποτελούσε σύμβολο εξουσίας στο Μοριά, είχε περίμετρο 3.500 μ. και η πόλη εκτεινόταν σε εμβαδόν 1.320 στρεμμάτων.
Οι επτά πύλες που διέθεταν τα τείχη διευκόλυναν την επικοινωνία της τειχισμένης πόλης, με τα οικιστικά κέντρα. Στις πύλες είχαν δοθεί και ονομασίες προκειμένου να είναι εύκολη η αναγνώρισή τους στη διάρκεια της μάχης. Τα ονόματα των πυλών ήταν, Καλαβρύτων, Καρύταινας, Λεονταρίου, Ναυπλίου, Μυστρά, Αγίου Αθανασίου και μιας για την αποκλειστική χρήση αναγκών του Σεραγίου.
Παρ’ όλη την προστασία της από τα τείχη η Τρίπολη, ήταν πιο ευάλωτη για επιθέσεις από άλλα κάστρα της Πελοποννήσου καθώς ήταν καταμεσής της πεδιάδας και οι τοίχοι δεν ήταν στερεωμένοι με πέτρες και δεν μπορούσε να ελπίζει σε οποιαδήποτε υποστήριξη από τη θάλασσα.
Στην Τριπολιτσά είχε την έδρα του ο Μόρα – Βαλέσι, ο στρατιωτικός διοικητής της Πελοποννήσου με όλες τις γυναίκες και τα πλούτη του. Εδώ, κατοικούσε και ο μισός τουρκικός πληθυσμός της Πελοποννήσου που την υπερασπιζόταν σημαντικός αριθμός ένοπλων σωμάτων.
Αυτό σημαίνει ότι ήταν ένας τόπος πολύ σημαντικός και έπρεπε να ξεκινήσει η απελευθέρωσή της άμεσα, πριν αποτελέσει μια διαρκή απειλή για τις επαναστατημένες επαρχίες της Πελοποννήσου
Η Τρίπολη, αποτελούσε το κέντρο των Οθωμανών, ‘’ήταν η μεγάλη Τουρκόπολη’’ όπως είχε πει ο Τάσος Ριτσόπουλος και το συνώνυμο της Οθωμανικής Παντοδυναμίας στο Μοριά.
Ο τρόπος πολιορκίας της Τριπολιτσάς
Βασικό εγχείρημα για την κατάληψη της Τρίπολης, ήταν οι πολύτιμοι θησαυροί που η πόλη διέθετε, κάτι που Κολοκοτρώνης ήθελε πολύ, καθώς οι θησαυροί στην Τριπολιτσά ήταν αρκετοί και θα επέτρεπαν να κινηθούμε χωρίς δάνεια αλλά όταν ‘’έπεσε’’ η Τριπολιτσά, αυτοί οι θησαυροί χάθηκαν.
Την τακτική του Κολοκοτρώνη για την Τριπολιτσά, στην αρχή την έκριναν αρκετοί. Ωστόσο ο ‘’Γέρος του Μοριά’’ δεν πτοήθηκε και έθεσε σε εφαρμογή το οργανωμένο σχέδιο του.
Το κέντρο βάρους της Οθωμανικής δύναμης ήταν η Τριπολιτσά, την οποία χτύπησε ο Κολοκοτρώνης καθώς θα ήταν ευκολότερο μετά να πέσουν τα υπόλοιπα περιφερειακά κάστρα του Μοριά.
Στα μέσα Απριλίου αποφασίστηκε ο αποκλεισμός της Τριπολιτσάς και γύρω από την Τρίπολη στήθηκαν τα Ελληνικά στρατόπεδα.
Στις 21 Μαΐου ο Κολοκοτρώνης, καταλαμβάνει την Ζαρακούβα που απέχει περίπου μιάμιση ώρα από την Τρίπολη και επεκτείνει τη γραμμή του μέχρι και το Αλώνι και την Επάνω Χρέπα.
Ο Πλαπούτας πηγαίνει προς τα νέα στρατόπεδα της Πιάνας και του Χρυσοβιτσίου και ανεβαίνει στα Τρίκορφα καταλαμβάνοντας τη θέση γύρω από τη Σιλίμνα. Τα στρατόπεδα αυτά, βρίσκονται σε συνεχή επικοινωνία με τα παλαιότερα και πιο μακρινά του Βαλτετσίου και των Βερβαίνων.
Την 26η Μαΐου οι Τούρκοι ξεκίνησαν με ολόκληρο το στράτευμα κατά του Πλαπούτα, όταν τους αντελήφθησαν οι Έλληνες έστειλαν αμέσως δυνάμεις από το Βαλτέτσι Ζαράκοβα, προκειμένου να τους απωθήσουν. Οι Τούρκοι δεν ήρθαν καθόλου σε επαφή με τα Ελληνικά σώματα είτε από φόβο μην προκληθεί κάποια μάχη
Για την υποστήριξη του σχεδίου Απελευθέρωσης της Τριπολιτσάς, είχε εκπονηθεί ένα τεράστιο σχέδιο στο οποίο την γενική αρχηγία είχε ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. Το σχέδιο περιελάμβανε την συγκρότηση υπηρεσιών ανεφοδιασμού, προκειμένου να μπορούν οι στρατιώτες να ανανεώνουν τα πυρομαχικά τους εάν τυχόν τελείωναν, επίσης, οργανώθηκαν και αποθήκες εφοδίων και πυρομαχικών πίσω από τα Τρίκορφα
Στην Πολιορκία της Τριπολιτσάς σημαντικό ρόλο διαδραμάτισε η ευφυΐα του Κολοκοτρώνη, ο οποίος είχε τοποθετήσει δάδες σε κέρατα ζώων κατά τη διάρκεια της νύχτας, προκειμένου να κοροϊδέψει τους Τούρκους και να νομίζουν ότι υπάρχει μεγάλη Ελληνική δύναμη ενώ ο Ελληνικός στρατός ήταν σχετικά μικρός. Με αυτό το σχέδιο λοιπόν, οι Τούρκοι νόμιζαν ότι οι Έλληνες είναι κατά πολύ περισσότεροι από όσοι φαινόντουσαν και τους αποθάρρυνε από το να ξεκινήσουν την μάχη μαζί τους.
Καθοριστικής σημασίας για την ανακατάληψη της Τριπολιτσάς, αποτελεί η επινόηση του Κολοκοτρώνη προκειμένου να εφαρμόσει το περίφημο στρατήγημα στη Γράνα στις 10 Αυγούστου 1821. Η συγκεκριμένη επινόηση είχε σκοπό να εμποδίσει τους Οθωμανούς να εξασφαλίσουν τροφή.
Η Γράνα ήταν ένα πολεμικό χαράκωμα με βάθος 1 μέτρο και πλάτος 2 μέτρα και εκτεινόταν από το χωριό Μπεντένι μέχρι και το Λουκά
Το σχέδιο έχει ως εξής: οι Τούρκοι βγαίνουν από το Κάστρο της Τριπολιτσάς ώστε να εξασφαλίσουν ήδη πρώτης ανάγκης πηγαίνοντας προς τη Νεστάνη. Έτσι λοιπόν ο ‘’Γέρος του Μοριά’’, τοποθετεί άνδρες πλάτη με πλάτη προκειμένου να εμποδίσει τους Οθωμανούς να εξασφαλίσουν τροφές, αποκλείοντας ουσιαστικά τους πολιορκημένους μέσα στα τείχη.
Οι Τούρκοι μη γνωρίζοντας την επινόηση του Κολοκοτρώνη, αποφασίζουν να βγουν έξω από την πόλη προκειμένου να προμηθευτούν τρόφιμα για το στρατό τους, όμως ο Μουσταφαμπέης που είχε το γενικό πρόσταγμα της πόλης, αντιλήφθηκε γρήγορα την κίνηση αυτή του Κολοκοτρώνη και στις 18 Αυγούστου ξεκίνησε επίθεση με ιππικό προκειμένου να διασπάσει τον κλοιό των Ελλήνων.
Εφόσον το σχέδιο αυτό στέφθηκε από επιτυχία, ξεκίνησε η αντίστροφη μέτρηση για την κυρίευση της πόλης και κλιμακώθηκαν οι διαπραγματεύσεις, τόσο ανάμεσα στους πολιορκητές και πολιορκημένους, για τους όρους παράδοσης της πόλης, όσο και μεταξύ των πολιορκητών για τη διανομή των λαφύρων.
Ένα μήνα μετά τη μάχη της Γράνας, ο Θ. Κολοκοτρώνης συνάπτει την λεγόμενη συμφωνία της Μπέσας (10 Σεπτεμβρίου 1821), με τους 8000 μάχιμους Τουρκοαλβανούς που βρίσκονται μέσα στο Κάστρο της Τριπολιτσάς, και τους δίνει ρητή εντολή να μην επαναστατήσουν κατά των Ελλήνων όταν αποπειραθούν να εισέλθουν στην πόλη, συμφωνία η οποία έγινε δεκτή.
Στις 23 Σεπτεμβρίου 1821 ημέρα Παρασκευή το πρωί, ο Μανώλης Δούνιας ένας ευφυέστατος Έλληνας από τον Πραστό της Ορεινής Γορτυνίας, βρισκόταν στην Τάπια απέναντι από το στρατηγείο του Χουρσίτ Πασά και υπό το πρόσχημα ότι θέλει να δει πως είναι το κάστρο από ψηλά, ζητά από τον φίλο και Τούρκο συμπατριώτη του να τον μεταφέρει στο εσωτερικό του.
Αφού τον πείθει ανεβαίνει επάνω, τον δολοφονεί και στη συνέχεια ρίχνει τα σχοινιά προκειμένου να ανέβουν οι περίπου 60 Αγιοπετρίτες και Τσάκωνες που ύψωσαν την Ελληνική σημαία της Επανάστασης, έστρεψαν ένα πυροβόλο κατά του Σαραγίου και άνοιξαν την κεντρική πύλη προκειμένου να εισέλθουν τα Ελληνικά στρατεύματα, να καταλάβουν το Κάστρο σκορπώντας φωτιά και όλεθρο στους Οθωμανούς.
Ο ιστορικός Νικόλαος Σπηλιάδης, από τους σπουδαιότερους ιστοριογράφους του Αγώνα, που έζησε τα γεγονότα γράφει στα “Απομνημονεύματά” του για το περιστατικό αυτό:
“O Μανώλης Δούνιας από τον Πραστόν. ‘Ήταν ημέρα Παρασκευή, εικοστή τρίτη του Σεπτεμβρίου 1821 και ο Δούνιας ανεβαίνει το τείχος επί σκοπώ να εξαγάγει τον Τούρκον. Κατόπιν τούτου έδραμον άλλοι και ανεβαίνουσιν ωσαύτως. Κατόπι δε τούτων και άλλοι, ό,τε αδελφός του Κεφάλα και ο Διονύσιος Βασιλείου, και όρμησαν τινές εν ριπή οφθαλμού εις το επί της πύλης (του Ναυπλίου) πυροβολοστάσιον, στρέφωσι τα πυροβόλα προς την πόλιν”.
Αφού καταλήφθηκε η Τριπολιτσά από τους Έλληνες, ξεκίνησε η σφαγή του Τουρκικού πληθυσμού με πολύ σημαντικές απώλειες. Παρ’ όλες τις προσπάθειες των οπλιτών να τους συγκρατήσουν, οι Έλληνες συνέχισαν να πραγματοποιούν τις σφαγές. Αυτό δείχνει την αγανάκτησή τους μετά από 400 χρόνια σκλαβιάς, αλλά και το υψηλό πατριωτικό φρόνημα και το θάρρος των Ελλήνων.